Οι οικονομικές επιδόσεις των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, οι μεταβλητές, οι διακυμάνσεις και το εισόδημα των σκληρά εργαζομένων και κακά αμειβομένων παραγωγών.

Η αξιολόγηση του "γεωργικού εισοδήματος" καθιστά δυνατή την αξιολόγηση της οικονομικής κατάστασης των γεωργών, τον χαρακτηρισμό της κερδοφορίας των εκμεταλλεύσεων ανάλογα με το μέγεθος, τη θέση, τα συστήματα παραγωγής κ.λπ. και να είναι σε θέση να κάνει συγκρίσεις μεταξύ ετών, εδαφών και τομέων.

Ωστόσο, είναι δύσκολο να μετρηθεί το γεωργικό εισόδημα διότι, όπως οι βιοτέχνες, οι έμποροι και άλλοι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι γεωργοί είναι αυτοαπασχολούμενοι. Έτσι δεν έχουν σταθερό μηνιαίο εισόδημα. Η αμοιβή τους είναι μεταβλητή και εξαρτάται από την κατάσταση των ταμειακών ροών της εκμετάλλευσής  τους. Επομένως, όταν μιλάμε για "γεωργικό εισόδημα", είναι απαραίτητο να γίνεται διάκριση μεταξύ της οικονομικής απόδοσης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και της αμοιβής που μπορούν να αποκομίσουν από αυτές οι γεωργοί και, κατά μείζονα λόγο, τα νοικοκυριά τους για να καλύψουν τις ιδιωτικές τους δαπάνες.

 

Συνεπώς, για τι ακριβώς μιλάμε; Για την αμοιβή του αρχηγού της εκμετάλλευσης; Για το οικονομικό αποτέλεσμα της εκμετάλλευσης;  Ή για το εισόδημα του νοικοκυριού;

Το μέσο τρέχον εισόδημα προ φόρων κρύβει μεγάλη μεταβλητότητα, ανάλογα με το έτος, τον τομέα δραστηριότητας ή τις επιδόσεις των γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Υπάρχει επίσης μεγάλη διαφορά στο εισόδημα, ανάλογα με το είδος της καλλιέργειας.

Επομένως, το επίπεδο οικονομικής απόδοσης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από την παραγωγικότητα της εργασίας, την παραγωγική αποδοτικότητα της εκμετάλλευσης (δηλαδή την ικανότητά της να κάνει καλή χρήση των εισροών που κινητοποιούνται) και την ικανότητά της να καλύψει το χρέος. Για να το θέσουμε απλά, οι αποδοτικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις με μικρή εξάρτηση από το χρέος συχνά επιτρέπουν στους διαχειριστές γεωργικών εκμεταλλεύσεων να κερδίζουν μια καλή ζωή, ενώ αυτό δεν ισχύει για παραγωγικές αλλά αναποτελεσματικές εκμεταλλεύσεις, ειδικά εάν είναι χρεωμένες.

Έτσι, ένα μεγάλο ποσοστό γεωργικών εκμεταλλεύσεων είναι διαρθρωτικά πολύ εύθραυστες, επειδή συνδυάζουν χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας, χαμηλή παραγωγική αποδοτικότητα και υψηλό χρέος.

Οι άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς στο πλαίσιο της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ) διαδραματίζουν καίριο ρόλο, καθώς χωρίς αυτές θα υπήρχαν σίγουρα πολλές γεωργικές εκμεταλλεύσεις που θα αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες.

Εκτός από τη μέτρηση του οικονομικού αποτελέσματος της γεωργικής εκμετάλλευσης και της αμοιβής που αποκομίζει ο γεωργός από την παραγωγική του δραστηριότητα, η εκτίμηση του συνολικού εισοδήματος των ατόμων και, κατά μείζονα λόγο, των νοικοκυριών τους, απαιτεί τη συνεκτίμηση άλλων στοιχείων.
Πράγματι, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι άλλες πηγές εισοδήματος του γεωργού και/ή του/της συζύγου του, όπως το εισόδημα από γη, το εισόδημα από περιουσιακά στοιχεία, οι κοινωνικές παροχές και το εισόδημα από οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες, ορισμένες από τις οποίες δεν είναι γεωργικές.

Τελικά, η ποικιλομορφία των εννοιών και των δεικτών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον προσδιορισμό του γεωργικού εισοδήματος δυσχεραίνει τις συγκρίσεις με άλλους τομείς δραστηριότητας ή άλλες κατηγορίες νοικοκυριών. Ενώ ορισμένοι γεωργοί βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση, άλλοι είναι σε θέση να δημιουργήσουν καλά εισοδήματα.

Ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις, όμως, το ερώτημα παραμένει: υπάρχει κέρδος; Και σε ποια μεγέθη κινείται αυτό;

Μόλις πρόσφατα οι αγρότες σε όλη τη χώρα και σε ολόκληρη την Ευρώπη ξεσηκώθηκαν, έχοντας ως βασικό αίτημα τη μείωση του κόστους παραγωγής. Άρα, όταν το ενδεχόμενο «καλό εισόδημα» επιστρέφει στην ίδια την εκμετάλλευση, όχι για κάποια επένδυση ανάπτυξης, αλλά για απλή συντήρηση ή για τη δυνατότητα συνέχισης της παραγωγής, ουσιαστικά δεν μιλάμε για κέρδος.

Και, φυσικά, στα παραπάνω θα πρέπει κάποια στιγμή να συνυπολογιστεί η προσωπική ακατάπαυστη απλήρωτη εργασία τόσο του αρχηγού της εκμετάλλευσης όσο και των υπολοίπων μελών, που σε μεγάλο ποσοστό, όταν πρόκειται για οικογενειακές εκμεταλλεύσεις, είναι τα ίδια τα μέλη του νοικοκυριού.

Το συμπέρασμα είναι πως οι κατά κανόνα σκληρά εργαζόμενοι και κακά αμειβόμενοι αγρότες πρέπει να βρουν τον μαγικό εκείνο τρόπο για να προσαρμοστούν σε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον και να αντέξουν τις ασφυκτικές πιέσεις που υφίστανται, ώστε να συνεχίσουν να παράγουν και να προσφέρουν στον υπόλοιπο κόσμο ασφαλή και ποιοτικά τρόφιμα.

Το πρόβλημα είναι ότι αυτός ο «υπόλοιπος κόσμος», ο παγκόσμιος πληθυσμός δηλαδή, τα στόματα που πρέπει να τραφούν, αυξάνονται σημαντικά, οι δε εκμεταλλεύσεις, οι αγρότες και η παραγωγή, ακολουθεί, δυστυχώς, αντίθετη πορεία.

Και αν η σχέση αυτή δεν αλλάξει, οι καταστάσεις που θα δημιουργηθούν τα επόμενα χρόνια δεν θα είναι καθόλου αισιόδοξες. Και αυτά τα προβλήματα δεν μπορεί και δεν πρόκειται να λυθούν με μια απλή προσαρμογή/αναθεώρηση της ΚΓΠ…. Οι κεντρικές πολιτικές πρέπει να αλλάξουν.  

Εττικέτες:
αγρότες ένωση