Ο κλάδος των ευρωπαϊκών αλκοολούχων ποτών επέδειξε ανθεκτικότητα το 2023, φτάνοντας τα  €9,07 δισ. σε αξία εξαγωγών παγκοσμίως, ενόψει μιας δύσκολης χρονιάς, που χαρακτηρίζεται από συνεχείς γεωπολιτικές εντάσεις και σημαντικό πληθωρισμό.

 

Σύμφωνα με τον ΣΕΑΟΠ, αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε την καλή εξαγωγική επίδοση που εμφάνισε στην Ασία, η οποία αντιστάθμισε μια πιο δύσκολη χρονιά σε άλλες αγορές, ιδίως στις ΗΠΑ. Βέβαια συνολικά, το ποσοστό για το 2023 δείχνει μείωση των εξαγωγών αλκοολούχων ποτών της ΕΕ σε αξία 7% σε σύγκριση με το 2022, που ομολογουμένως, ήταν μια ιδιαίτερα υψηλή χρονιά, λόγω του ανοίγματος των συνόρων, του τουρισμού και του κλάδου της φιλοξενίας στις περισσότερες αγορές.

Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, η πιο σημαντική κατηγορία σε αξία ήταν τα αποστάγματα αμπελοοινικής προέλευσης (αποστάγματα σταφυλής και στεμφύλων σταφυλής) που αντιπροσωπεύουν το 39% των συνολικών εξαγωγών, ακολουθούμενη από το ουίσκι (με 19%), τα λικέρ (17%), τα άλλα αλκοολούχα ποτά (με 11% ) και τη βότκα (με 10%).

Αν και μειώθηκαν σε σχέση με το 2022, αξίζει να σημειωθεί οι εξαγωγές αυξήθηκαν σε σύγκριση με το σύνολο των 8,41 δισεκατομμυρίων ευρώ του 2021 , γεγονός όμως που προκαλεί προβληματισμό στον κλάδο. Φαίνεται ότι η αύξηση της αξίας των εξαγωγών αλκοολούχων ποτών της ΕΕ κατά την τελευταία δεκαετία επιβραδύνεται (από ρυθμό ανάπτυξης 65% μεταξύ 2011 και 2021, σε ρυθμό ανάπτυξης 45% μεταξύ 2013 και 2023).

Θα πρέπει να μην ξεχνάμε ότι η εξαγωγική επιτυχία δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη. Υπάρχει ανάγκη συνεχούς στήριξης με εμπορικές πολιτικές και πολιτικές προώθησης για το άνοιγμα νέων αγορών και ευκαιριών, με έμφαση σε αγορές υψηλών δυνατοτήτων, διατηρώντας παράλληλα την ανάπτυξη σε πιο εδραιωμένες αγορές.

Τέτοιες δράσεις είναι απαραίτητες για την ενίσχυση και τη διασφάλιση της βιώσιμης ανάπτυξης των εξαγωγών των αλκοολούχων ποτών της ΕΕ, που επιπλέον πρέπει να επικεντρώνονται στα premium προϊόντα και στις γεωγραφικές ενδείξεις, που αντιπροσωπεύουν περίπου τα 2/3 των εξαγωγών αλκοολούχων ποτών της ΕΕ σε αξία.

Εξετάζοντας τον κατάλογο  με τις 3 κορυφαίες εξαγωγικές αγορές για τα αλκοολούχα  ποτά της ΕΕ, ενώ η κατάταξη δεν έχει αλλάξει, τα στοιχεία παρέχουν μια πολύ αντίθετη εικόνα της κατάστασης. 
Η αγορά των ΗΠΑ παραμένει ο πρώτος εξαγωγικός προορισμός σε αξία με διαφορά για τα αλκοολούχα  ποτά της ΕΕ, με εξαγωγές αξίας 2,76 δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά καταγράφει μείωση της αξίας των εξαγωγών κατά 27% σε σύγκριση με το 2022.

Αυτό οφείλεται εν μέρει στην κατανάλωση των αποθεμάτων που δημιουργήθηκαν μετά την πανδημία παράλληλα όμως  συνδυάζεται  με τις πιο δύσκολες  παγκοσμίως οικονομικές συνθήκες και το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης για τους καταναλωτές των ΗΠΑ. Ωστόσο, το τέλος του 2023 δείχνει ορισμένα ενθαρρυντικά σημάδια ανάκαμψης.

Θα είναι κρίσιμο να στηριχθεί αυτή η ανάκαμψη διασφαλίζοντας ότι θα γίνει μόνιμη η προσωρινή κατάργηση των δασμών ΕΕ &  ΗΠΑ στα αλκοολούχα ποτά. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι τομείς στους οποίους η ΕΕ έχει εμπορικό πλεόνασμα ΔΕΝ εμπλέκονται σε αντιπαραθέσεις που αφορούν άσχετους κλάδους.

Αντίθετα, η Κίνα και το Ηνωμένο Βασίλειο είχαν καλύτερες επιδόσεις, με εξαγωγές σε αξία 889 εκατ. ευρώ και 852 εκατ. ευρώ αντίστοιχα, και με θετική, αν και υποτονική, αύξηση της αξίας και στις δύο αγορές (+2% και +8% αντίστοιχα), που αποδεικνύουν τη συνεχιζόμενη σημασία για τον κλάδο.

Εξετάζοντας τις αγορές υψηλών δυνατοτήτων, η εικόνα είναι αρκετά αντίθετη, με θετικές επιδόσεις στην Ινδία (+7%) και στις χώρες μέλη ASEAN (+10% σε αξία συνολικά) – ιδιαίτερα στη Μαλαισία (+9%), την Ταϊλάνδη (+ 35%) και την Ινδονησία (+105%), και λιγότερο θετικές επιδόσεις στην Υποσαχάρια Αφρική και τη Λατινική Αμερική (-7% και -13% αντίστοιχα).

Ειδικότερα για την Ινδία και τις χώρες ASEAN: ενώ οι περισσότερες από αυτές τις αγορές εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν ένα σχετικά μέτριο μερίδιο (σε αξία) των εξαγωγών ευρωπαϊκών αλκοολούχων ποτών, οι δυνατότητές τους είναι σαφείς. Αυτό ενισχύει τη σημασία των εμπορικών διαπραγματεύσεων με τις παραπάνω χώρες, ξεκινώντας από την Ινδία, όπου τα προϊόντα μας αντιμετωπίζουν εισαγωγικό δασμό 150%. Το ίδιο ισχύει για τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις με την Ταϊλάνδη και την Ινδονησία, όπου τα αλκοολούχα ποτά της ΕΕ αντιμετωπίζουν επί του παρόντος εισαγωγικούς δασμούς έως και 60% και 150% αντίστοιχα.

Οι προσπάθειες θα πρέπει επίσης να επικεντρωθούν στη Μαλαισία, όπου τα αλκοολούχα ποτά της ΕΕ βρίσκονται σε όλο και μειονεκτική θέση σε σύγκριση με τους παραγωγούς αλκοολούχων  ποτών μέλη της Συμφωνίας  Στρατηγικής Οικονομικής Δι-Eιρηνικής Συνεργασίας (CPTPP),  και από τις Φιλιππίνες, οι οποίες παραμένουν βασικός προορισμός εξαγωγής για τα αλκοολούχα της ΕΕ με εξαγωγές που εξακολουθούν να ανέρχονται σε 167 εκατομμύρια ευρώ το 2023, παρά το ετήσια μείωση της αξίας κατά 19%.

Τελευταίο, αλλά σίγουρα εξίσου σημαντικό, είναι καιρός να επικυρωθεί η Εμπορική Συμφωνία ΕΕ-Mercosur, για την κατάργηση των δασμών στα αλκοολούχα ποτά της ΕΕ, την ενίσχυση της προστασίας των γεωγραφικών ενδείξεων και την αντιμετώπιση των μη δασμολογικών φραγμών. Μια τέτοια ενέργεια είναι επείγουσα, μετά από μια ιδιαίτερα απαιτητική χρονιά για τα αλκοολούχα ποτά της ΕΕ στην περιοχή Mercosur (-47% σε αξία στην Αργεντινή, -26% στη Βραζιλία και -24% στην Ουρουγουάη).

Καθώς πλησιάζουμε στο τέλος της τρέχουσας εντολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και στην αρχή μιας νέας, είναι καιρός να αναλογιστούμε τα αποτελέσματα της εμπορικής πολιτικής των τελευταίων ετών και τι χρειάζεται για να στηρίξουμε τους εξαγωγείς κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας. Ενώ είδαμε μια έντονη εστίαση στη βιωσιμότητα, την ασφάλεια και τα αμυντικά εμπορικά μέσα τα τελευταία χρόνια, διαπιστώνουμε με λύπη ότι υπήρξε  πιο μέτρια πρόοδος στην ατζέντα των Εμπορικών Συμφωνιών.

Αν και έχουμε ένα καλό δίκτυο υφιστάμενων εταίρων ΣΕΣ, δεν πρέπει να εφησυχάζουμε. Με το 85% της παγκόσμιας ανάπτυξης να αναμένεται να πραγματοποιηθεί εκτός ΕΕ τα επόμενα χρόνια και τις βασικές αγορές να εξακολουθούν να βρίσκονται εκτός του υφιστάμενου δικτύου ΣΕΣ της ΕΕ (ιδίως η Ινδία, η Mercosur και τα περισσότερα μέλη του ASEAN), ανοίγοντας νέες αγορές και παρέχοντας τα εργαλεία  για τη διαφοροποίηση των εταιρειών θα είναι απαραίτητη για τους περισσότερους οικονομικούς τομείς στην ΕΕ.

Αυτό ισχύει βεβαίως ιδιαίτερα για τομείς που βασίζονται στις εξαγωγές όπως ο δικός μας, οι οποίοι εξαρτώνται από ισχυρές εξαγωγικές επιδόσεις για τη στήριξη των αγροτικών περιοχών, της ανάπτυξης και της απασχόλησης στην ΕΕ. Πιστεύουμε ότι αυτό θα είναι στο επίκεντρο όλων των υπευθύνων χάραξης πολιτικής καθώς η προσοχή αρχίζει να στρέφεται στο τι θα ακολουθήσει μετά τον Ιούνιο του 2024. 

Εττικέτες:
προϊόντα εξαγωγές