Ο σκοπός της μελέτης του ΙΟΒΕ, που παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση στο πλαίσιο της 88ης ΔΕΘ ήταν να αποτυπώσει τις αντιλήψεις και στάσεις του κοινού στην Ελλάδα σε ορισμένες κρίσιμες πτυχές της Πράσινης Μετάβασης.

 

Συγκεκριμένα, η μελέτη εξετάζει τις στάσεις και αντιλήψεις του κοινού απέναντι στην κλιματική κρίση και την εγκατάσταση ανανεώσιμων τεχνολογιών, σε συνδυασμό με βασικά κοινωνικο-οικονομικά, πολιτικά και δημογραφικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού μέσω ερωτηματολογίου σε αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού της Ελλάδας.

Η μελέτη αποτυπώνει ότι οι πολίτες στην Ελλάδα εκφράζουν έντονη ανησυχία για την κλιματική αλλαγή και την υπερθέρμανση του πλανήτη. Κατατάσσουν το θέμα σε όρους έντονης ανησυχίας υψηλότερα σε σύγκριση με οικονομικά προβλήματα, το ενδεχόμενο νέας πανδημίας, εμπλοκής σε πόλεμο ή τρομοκρατικής ενέργειας, το μεταναστευτικό ζήτημα, τις πολιτικές εξελίξεις και την τεχνολογική πρόοδο.

Παράλληλα, αναγνωρίζεται ο σημαντικός ρόλος των ΑΠΕ στον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής από μεγάλη πλειονότητα των πολιτών της χώρας (85%).

Ωστόσο, σχετικά υψηλό μερίδιο των ερωτηθέντων (42%) εκφράζει την άποψη ότι οι ΑΠΕ επιβαρύνουν το περιβάλλον. Ο βαθμός αποδοχής των ΑΠΕ διαφέρει μεταξύ των επιμέρους τεχνολογιών. Την υψηλότερη αποδοχή έχουν οι φωτοβολταϊκές μονάδες. Το 85% των πολιτών τα θεωρεί ως αρκετά ή απολύτως κατάλληλα για χρήση στην Ελλάδα, το 60% συμφωνεί με την εγκατάστασή τους σε κοντινή περιοχή και το 22% θεωρεί ότι δεν χρειάζεται αποζημίωση για να δεχθεί την εγκατάστασή τους.

Αντίθετα, αρκετά χαμηλότερη είναι η αποδοχή των αιολικών πάρκων. Το 67% των ερωτηθέντων θεωρεί τα αιολικά ως αρκετά ή απολύτως κατάλληλη τεχνολογία για την παραγωγή ενέργειας στην Ελλάδα, αλλά μόλις το 27% αποδέχεται την εγκατάστασή τους σε κοντινή περιοχή. Για το 63,5% των πολιτών, κανένα ποσό δεν είναι αρκετό για να τους κάνει να συμφωνήσουν στην εγκατάσταση αιολικών σε κοντινή περιοχή. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αποδοχή των συμβατικών μορφών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα, καθώς και των νέων τεχνολογιών πυρηνικής ενέργειας, είναι ακόμα χαμηλότερη σε σύγκριση και με τα αιολικά πάρκα.

Ειδικότερα, το 43% και το 26% των πολιτών θεωρεί ως αρκετά ή απολύτως κατάλληλη για την Ελλάδα την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο ή καύση εγχώριου λιγνίτη αντίστοιχα, ενώ για τα πυρηνικά η αντίληψη καταλληλότητας υποχωρεί σε 17% του δείγματος. Μόλις το 9,6% των πολιτών θα συμφωνούσε στην εγκατάσταση σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα και το 71% δεν θα συμφωνούσε με την εγκατάσταση του σταθμού ανεξαρτήτως του ποσού αποζημίωσης.

Η αποδοχή των ΑΠΕ και ιδίως των αιολικών μονάδων τείνει να σχετίζεται με το επίπεδο εκπαίδευσης. Την υψηλότερη αποδοχή για εγκατάσταση σε κοντινή απόσταση απολαμβάνουν οι ΑΠΕ στους κατόχους μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος (38% για τα αιολικά και 67% για τα φωτοβολταϊκά) και τη χαμηλότερη σε άτομα που δεν αποφοίτησαν από το Δημοτικό (24% και 33% αντίστοιχα) και στους αποφοίτους τεχνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (23% και 45%). Σημαντικό παράγοντα για τη χαμηλή αποδοχή των αιολικών μονάδων φαίνεται να αποτελούν διαδεδομένες αντιλήψεις που προβληματίζουν τους πολίτες.

Ειδικότερα, το 57% των ερωτηθέντων συμφωνεί με την άποψη ότι οι ανεμογεννήτριες είναι βιομηχανικές εγκαταστάσεις που χαλάνε τη θέα, ενώ ακόμα υψηλότερο ποσοστό (73%) επιρρίπτει ευθύνες για τις δασικές πυρκαγιές στην τοποθέτηση ανεμογεννητριών. Από τα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύεται η ανάγκη για περισσότερη εκπαίδευση και ενημέρωση των πολιτών για τα θέματα εγκατάστασης των ΑΠΕ και ειδικά των αιολικών μονάδων.

Χρειάζεται στενότερος διάλογος με τις τοπικές κοινωνίες για την αντιμετώπιση των ανησυχιών των κατοίκων και την εξεύρεση κοινώς αποδεκτών λύσεων, ώστε να αυξηθεί η αποδοχή για την εγκατάσταση των μονάδων, διευκολύνοντας την προσπάθεια επίτευξης των στόχων για καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.

Δείτε αναλυτικά τη μελέτη, ΕΔΩ.