Χρήσιμες συμβουλές προς τους παραγωγούς, σε τεχνικό δελτίο γεωργικών προειδοποιήσεων, από το Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών, Ποιοτικού & Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου Βόλου.

 

ΚΑΡΠΟΚΑΨΑ (Αχλαδιά─Μηλιά)

Στις περισσότερες περιοχές καλλιέργειας μηλοειδών της περιοχής ελέγχου του Π.Κ.Π.Φ.Π.&Φ.Ε. Βόλου οι καιρικές συνθήκες που επικράτησαν (υψηλές για την εποχή θερμοκρασίες, ανομβρία και χαμηλά ποσοστά υγρασίας) από την έναρξη της βλάστησης μέχρι και την καρπόδεση, δεν ευνόησαν την εκδήλωση ασθενειών. Ωστόσο, επιτάχυναν την εξέλιξη των βλαστικών σταδίων, καθώς και την έναρξη της πτήσης των ακμαίων της διαχειμάζουσας γενιάς της καρπόκαψας, του κυριότερου εντομολογικού εχθρού των μηλοειδών.

Η πτήση των ακμαίων της διαχειμάζουσας γενιάς της καρπόκαψας έχει ήδη ξεκινήσει σε πεδινές περιοχές με μικρή κινητικότητα του εντόμου.

Καλούνται οι παραγωγοί και ιδίως οι αχλαδοπαραγωγοί των πεδινών περιοχών που δεν έχουν αναρτήσει ακόμη δίκτυο φερομονικών παγίδων στον οπωρώνα τους να το κάνουν άμεσα. Κι αυτό διότι σε αυτούς τους οπωρώνες οι νεαροί καρποί αχλαδιάς έχουν ήδη φτάσει σε διάμετρο τα 2 εκατοστά, μέγεθος κατά το οποίο ξεκινά η προσβολή των καρπών των μηλοειδών από την καρπόκαψα. Οι επεμβάσεις των παραγωγών για την καταπολέμηση του εντόμου για να είναι ορθολογικές θα πρέπει να βασίζονται στον έλεγχο των του δικτύου των φερομονικών παγίδων του οπωρώνα τους.

Επισημαίνεται ότι ο αριθμός συλλήψεων ακμαίων του εντόμου στις φερομονικές παγίδες είναι δυνατό να διαφέρει σημαντικά όχι μόνο ανά περιοχή, αλλά και μεταξύ παγίδων στον ίδιο οπωρώνα.

Για το λόγο αυτό καλούνται οι παραγωγοί να ελέγχουν δύο φορές την εβδομάδα τις φερομονικές παγίδες και να υπολογίζουν τον αριθμό συλλήψεων ακμαίων ανά ημέρα. Αυξητική τάση αυτού του αριθμού πρέπει να τους κινητοποιεί άμεσα προκειμένου να επεμβαίνουν με ένα κατάλληλο και εγκεκριμένο εντομοκτόνο μέσα σε 7─10 ημέρες, ανάλογα με τις επικρατούσες θερμοκρασίες. Γενικά, βροχερός, ανεμώδης και θερμοκρασιακά δροσερός καιρός δεν ευνοεί την έξοδο και τη δραστηριότητα των ακμαίων του εντόμου, σε αντίθεση με τις ξηροθερμικές συνθήκες που είναι ευνοϊκές.

Ωστόσο, επισημαίνεται ότι ο αριθμός των συλλήψεων ανά ημέρα δεν είναι πάντα ανάλογος με το ύψος της προσβολής των καρπών. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου μικρός αριθμός συλλήψεων ακμαίων αντιστοιχεί τελικώς σε υψηλά ποσοστά προσβολής και αντίστροφα. Για το λόγο αυτό είναι χρήσιμο οι παραγωγοί πριν προβούν σε κάποια επέμβαση να ελέγχουν δειγματοληπτικά, καλύπτοντας όλη την έκταση του οπωρώνα, για την ύπαρξη προσβολών και αποθέσεις ωών του εντόμου.

Συνήθως η προσβολή των νεαρών καρπών από τις προνύμφες του εντόμου ξεκινά όταν αυτοί έχουν χάσει το επιφανειακό χνούδι και έχουν φτάσει σε διάμετρο τα 2 εκ. περίπου.

Σε οπωρώνες όπου οι καρποί έχουν αποκτήσει διάμετρο περί τα 2 εκ. και δεν υπάρχει δίκτυο φερομονικών παγίδων του εντόμου, συστήνεται ψεκασμός με ένα κατάλληλο και εγκεκριμένο για την καλλιέργεια εντομοκτόνο, αμέσως μόλις οι καιρικές συνθήκες το επιτρέψουν.

Ανεξάρτητα από την κατηγορία εντομοκτόνου που θα επιλεγεί, η καταπολέμηση του εντόμου πρέπει να είναι προληπτική και να στοχεύει στη θανάτωση των αυγών ή/και των νεαρών προνυμφών, πριν αυτές εισχωρήσουν στους νεαρούς καρπούς.

Συστήνεται η συχνή εναλλαγή εντομοκτόνων με διαφορετικό τρόπο δράσης και από αυτά προτιμώνται οι ρυθμιστές ανάπτυξης, τα φυσικής προελεύσεως σκευάσματα και τα σκευάσματα εντομοπαθογόνου ιού, που είναι εκλεκτικά και φιλικότερα προς το περιβάλλον.

Για την επανάληψη του ψεκασμού να ληφθούν υπόψη η διάρκεια και ο τρόπος δράσης του εντομοκτόνου, ο ταχύς ρυθμός αύξησης των καρπιδίων, οι καιρικές συνθήκες και οπωσδήποτε η πορεία συλλήψεων ακμαίων στις φερομονικές παγίδες.

Στους οπωρώνες που έχει εφαρμοστεί η βιοτεχνική μέθοδος της παρεμπόδισης της σύζευξης, με τη χρήση εξατμιστήρων φερομόνης φύλου, συνιστάται ο τακτικός έλεγχος προσβολής των καρπών, ακόμη και όταν οι συλλήψεις ακμαίων στις φερομονικές παγίδες μέσα στους οπωρώνες αυτούς είναι μηδενικές.

ΨΥΛΛΑ (Αχλαδιά)

Σε ορισμένους οπωρώνες αχλαδιάς, κυρίως πεδινών περιοχών, διαπιστώθηκε σημαντική προσβολή της νεαρής βλάστησης και των καρπιδίων από προνύμφες του εντόμου Την εποχή αυτή στην καλλιέργεια συνυπάρχουν όλες οι βιολογικές μορφές του εντόμου, γεγονός που καθιστά δύσκολη την καταπολέμησή του. Ο ζεστός και ξηρός καιρός ευνοεί σημαντικά τη δραστηριότητα του εντόμου.

Στους οπωρώνες αχλαδιάς με προσβολή από το έντομο συστήνεται άμεσα ψεκασμός, με ένα κατάλληλο και εγκεκριμένο για την καλλιέργεια εντομοκτόνο. Σε περιπτώσεις σοβαρής προσβολής, ο ψεκασμός θα πρέπει να επαναληφθεί ανάλογα με τη δραστηριότητα του εντόμου, καθώς και με τη διάρκεια δράσης και τον τρόπο δράσης του εντομοκτόνου.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να γίνεται συνεχής εναλλαγή εντομοκτόνων με διαφορετικό τρόπο δράσης και να αποφεύγεται μέσα στην καλλιεργητική περίοδο η χρήση των νεότερων σκευασμάτων πάνω από 1─2 φορές.

Η κάλυψη του φυλλώματος θα πρέπει να είναι πλήρης και μέχρις απορροής του ψεκαστικού υγρού.

Επισημαίνεται ότι η καταπολέμηση της ψύλλας είναι δυνατό να συνδυαστεί με εκείνη της καρπόκαψας, με χρήση εγκεκριμένων εντομοκτόνων που καταπολεμούν και τα δύο έντομα.

Να αποφεύγονται καλλιεργητικές φροντίδες που ευνοούν ιδιαίτερα τη βλάστηση, όπως υπερβολική λίπανση και συχνό πότισμα. Η έγκαιρη και συνεχής αφαίρεση των «λαίμαργων βλαστών» καθ’όλη την καλλιεργητική περίοδο, βοηθά σημαντικά στην μείωση του πληθυσμού του εντόμου, καθώς και στην αποτελεσματικότητα των ψεκασμών.

 

ΦΥΛΛΟΡΥΚΤΕΣ (Μηλιά)

Θεωρούνται δευτερεύουσας σημασίας εντομολογικοί εχθροί. Σε οπωρώνες που συχνά παρατηρούνται σοβαρές προσβολές από φυλλορύκτες, να χρησιμοποιηθούν κατάλληλα και εγκεκριμένα εντομοκτόνα, που καταπολεμούν ταυτόχρονα και την καρπόκαψα.

ΚΟΚΚΟΕΙΔΗ (Αχλαδιά─Μηλιά)

Η έξοδος των κινητών μορφών των εντόμων έχει ήδη ξεκινήσει και αναμένεται να ενταθεί με την αύξηση των θερμοκρασιών.

Συστήνεται ψεκασμός με ένα κατάλληλο και εγκεκριμένο για την καλλιέργεια εντομοκτόνο, μόνο σε οπωρώνες που είναι ήδη σοβαρά προσβεβλημένοι από κοκκοειδή. Και αυτό διότι τα έντομα αυτά και ιδίως αυτή την εποχή, έχουν πλήθος φυσικών εχθρών (ωφέλιμα έντομα), οι οποίοι συχνά ελέγχουν αποτελεσματικά τους πληθυσμούς των κοκκοειδών και η δράση τους δεν πρέπει να διαταράσσεται από τη χρήση ευρέως φάσματος εντομοκτόνων.

Προτείνεται, να ψεκάζονται μόνο τα προσβεβλημένα δένδρα, με έμφαση στον κορμό και στους βραχίονες.

Επισημαίνεται, ότι η καταπολέμηση των κοκκοειδών είναι δυνατό να συνδυαστεί με εκείνη της καρπόκαψας, των φυλλορυκτών και της ψύλλας.

ΤΕΤΡΑΝΥΧΟΙ (Αχλαδιά─Μηλιά)

Η καταπολέμηση των τετρανύχων (κόκκινος, κίτρινος) συνιστάται σε οπωρώνες που παρατηρούνται περίπου 60-70 κινητές μορφές ανά 100 φύλλα, με εναλλαγή κατάλληλων και εγκεκριμένων ακαρεοκτόνων. Σε περιπτώσεις προσβολής και από τα δύο είδη τετρανύχων, είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν σκευάσματα που καταπολεμούν και τα δύο είδη.

Επανάληψη ψεκασμού κρίνεται απαραίτητη, εφόσον εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται υψηλοί πληθυσμοί ακάρεων.

Η εναλλαγή σκευασμάτων με διαφορετικό τρόπο δράσης θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, για την αποφυγή ανθεκτικότητας.

ΑΦΙΔΕΣ (Αχλαδιά─Μηλιά)

Πρόκειται για δευτερεύουσας σημασίας εχθρούς, για την καταπολέμηση των οποίων δεν απαιτείται συνήθως ιδιαίτερος ψεκασμός. Οι επεμβάσεις για την καταπολέμηση της καρπόκαψας και των υπολοίπων εχθρών ελέγχουν συχνά αποτελεσματικά και τους πληθυσμούς των αφίδων. Ωστόσο, αυτή την εποχή οι καιρικές συνθήκες, αλλά και βιοτικοί παράγοντες, είναι δυνατό να προκαλέσουν πληθυσμιακή έξαρση αυτών των εντόμων, με αποτέλεσμα την έντονη παραμόρφωση των νεαρών καρπών, των φύλλων και των βλαστών.

Σε περίπτωση που διαπιστωθεί μεγάλος πληθυσμός αφίδων σε τρυφερούς βλαστούς και καρπούς, συνιστάται άμεσα επέμβαση με ένα κατάλληλο και εγκεκριμένο εντομοκτόνο.

Καλούνται οι καλλιεργητές, ιδίως αυτήν την εποχή, να επισκέπτονται όσο το δυνατό συχνότερα τις καλλιέργειες, προκειμένου να διαπιστώνουν έγκαιρα τυχόν προσβολές από φυτοπαράσιτα, έτσι ώστε να είναι εφικτή η αποτελεσματική αντιμετώπισή τους, με το μικρότερο οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος.

Σε κάθε περίπτωση να τηρούνται αυστηρά οι οδηγίες χρήσης των φυτοπροστατευτικών προϊόντων για την αναλογία χρήσης, την συνδυαστικότητα, τον κίνδυνο φυτοτοξικότητας, το διάστημα μεταξύ τελευταίας επέμβασης και συγκομιδής και τα μέτρα προστασίας για την αποφυγή δηλητηρίασης.